Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

quick reference guide


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο reference παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: quick | guide

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
reference n (dictionary, encyclopedia, etc.)πηγή ουσ θηλ
 The scholar consulted many references, including specialized glossaries.
 Ο μελετητής συμβουλεύτηκε πολλές πηγές, μεταξύ των οποίων εξειδικευμένα γλωσσάρια.
reference n (mention, allusion)αναφορά ουσ θηλ
  μνεία ουσ θηλ
 Ellen's reference to the previous director caused an awkward silence.
 Η αναφορά της Έλεν στον προηγούμενο διευθυντή προκάλεσε μια αμήχανη σιωπή.
reference n (act of referring)παραπομπή ουσ ουδ
  το ότι κπ με παρέπεμψε περίφρ
 The reference from the doctor led me to the specialist.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η παραπομπή σε ειδικό ιατρό είναι πολύ σημαντική για τη διάγνωση της πάθησης.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
reference n uncountable (consulting: a book, etc.)αναφορά ουσ θηλ
 The report was filed for future reference.
reference n (indication to consult another work)παραπομπή ουσ θηλ
 We included a reference to another study.
reference n (work consulted)πηγή ουσ θηλ
  (έντυπη μορφή)βιβλιογραφική αναφορά επίθ + ουσ θηλ
 The report cited several references.
reference n (authority, [sb] consulted)σύμβουλος ουσ αρσ/θηλ
 The scientist was a reference for the project.
reference n (recommendation letter)συστατικός επίθ
  σύσταση ουσ θηλ
 The boss wrote a letter of reference.
 Το αφεντικό έγραψε μια συστατική επιστολή.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ο υποψήφιος υπάλληλος είχε πολύ καλές συστάσεις από τον πρώην εργοδότη του.
reference n US (person giving a recommendation)άτομο που δίνει συστάσεις
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος και αποδίδεται χρήση του ρήματος, πχ «Του ζητήθηκε να δώσει συστάσεις για τον παλιό μαθητή του».
 He was asked to act as a reference for his former student.
reference [sth] vtr (list sources for)καταγράφω, αναγράφω ρ μ
  (κατά λέξη)καταγράφω τις πηγές, αναγράφω τις πηγές περίφρ
  καταγράφω τις βιβλιογραφικές αναφορές, αναγράφω τις βιβλιογραφικές αναφορές περίφρ
 You must correctly reference all the books you have consulted in the bibliography.
reference [sth/sb] vtr (refer to)αναφέρω ρ μ
  βάζω παραπομπή σε κτ έκφρ
 Please reference the sources.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
cross reference n (reference between texts)παραπομπή ουσ θηλ
cross-reference [sth] vtr (refer back to: a text)παραπέμπω σε κτ ρ μ + προθ
cross-reference [sth] to [sth] vtr + prep (refer between: texts)παραπέμπω σε κτ ρ μ + προθ
frame of reference,
reference frame
n
(viewpoint)πλαίσιο αναφοράς φρ ως ουσ ουδ
 A good education provides a frame of reference that enables students to make good choices for a lifetime.
frame of reference n (axes for locating a point)πλαίσιο αναφοράς φρ ως ουσ ουδ
grid reference n often pl (geographical co-ordinates) (συνήθως πληθυντικός)συντεταγμένη ουσ θηλ
in reference to [sth/sb] expr (regarding, as related to)αναφορικά με έκφρ
 My remarks were taken out of context; I meant them in reference to the character, not the actor.
make reference to [sth/sb] v expr (mention, allude to)κάνω αναφορά σε έκφρ
  αναφέρομαι σε ρ αμ + πρόθ
 During his speech he made reference to his family.
reference book n (book consulted for information) (σπάνιο)βιβλίο αναφοράς φρ ως ουσ ουδ
Σχόλιο: Πρόκειται για βιβλίο με εξειδικευμένες γνώσεις για κάποιο θέμα και συνήθως αποδίδεται περιφραστικά, ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
 Sales of expensive reference books have fallen now that the internet's so widely available.
reference letter n (statement in support of a job candidate)συστατική επιστολή επίθ + ουσ θηλ
 When my former assistant applied for a better job, she asked me for a reference letter.
reference mark n (for a footnote, etc.)παραπομπή ουσ θηλ
 Students must follow the university's style rules when including reference marks in their essays.
reference number n (number that identifies a transaction)αριθμός αναφοράς φρ ως ουσ αρσ
reference work n (book consulted for information)βιβλίο ουσ ουδ
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία, εξαρτάται από το περιεχόμενο της πρότασης
 The Encyclopædia Britannica is a serious reference work.
reference source n (reference, book)πηγή ουσ θηλ
  πηγή αναφοράς φρ ως ουσ θηλ
 The Encyclopaedia Britannica is a respected reference source.
 Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα είναι μια αξιόπιστη πηγή αναφοράς.
Terms of Reference n (outline of a project's scope)αντικείμενο ουσ ουδ
with reference to [sth],
in reference to [sth]
expr
(regarding)όσον αφορά περίφρ
  αναφορικά με κτ περίφρ
 With reference to industry, we are hiring more workers this year.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση quick reference guide στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «quick reference guide».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!